ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑ ΙΣΤΟΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑΣ
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ
Το Εργαστήριο Ανοσολογίας και Ιστοσυμβατότητας προσφέρει εκτενές φάσμα ανοσολογικών δοκιμασιών, καλύπτοντας τους τομείς της ανοσοχημείας, ανοσοκυτταρολογίας, αυτοανοσίας και ιστοσυμβατότητας. Συμβάλλει σημαντικά στη διερεύνηση των νοσημάτων, τον έλεγχο της πορείας της νόσου και τη διαχείριση της θεραπείας. Η εξέλιξη στον τομέα των Βιοιατρικών επιστημών, μαζί με την ανάπτυξη νέων ανοσολογικών δεικτών και ποικίλες εφαρμογές, επιτυγχάνει υψηλή αποδοτικότητα, μείωση του χρόνου ανάλυσης και ακρίβεια αποτελεσμάτων.
Οι κύριοι τομείς εφαρμογής των ανοσολογικών δεικτών περιλαμβάνουν:
- Αυτοάνοσες παθήσεις (π.χ., Ρευματοειδής αρθρίτιδα, SLE, Συστηματικές αγγειίτιδες κ.ά.)
- Αντιγόνα Ιστοσυμβατότητας
- Ανοσοανεπάρκειες
- Αιματολογικά νοσήματα
- Έλεγχος λοιμωδών νοσημάτων
- Έλεγχος αλλεργιών
Μέθοδοι:
Το Εργαστήριο Ανοσολογίας και Ιστοσυμβατότητας πραγματοποιεί εκτενή ανοσολογικά τεστ, καλύπτοντας ευρύ φάσμα αυτοαντισωμάτων. Χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους για την εργαστηριακή διάγνωση και παρακολούθηση ασθενών με αυτοάνοσα νοσήματα. Εκτελεί εξειδικευμένες αναλύσεις που ανιχνεύουν βακτηριακές, ιικές, μυκοπλασματικές, και παρασιτικές λοιμώξεις, ελέγχει για HIV/AIDS και άλλα αντισώματα, διεξάγει ανίχνευση HLA αντιγόνων, ελέγχει για ηπατίτιδες, συγγενή νοσήματα, νοσήματα που μεταδίδονται μέσω του αναπνευστικού συστήματος και διαβιβαστών, καθώς και παρανεοπλαστικά σύνδρομα.
Η κυτταρομετρία ροής είναι μια τεχνική που χρησιμοποιείται στον τομέα της ανοσολογίας για την ποσοτική και ποιοτική ανάλυση των κυττάρων σε ένα δείγμα. Κατά τη διαδικασία αυτή, τα κύτταρα περνούν μέσα από έναν αισθητήρα ροής, και οι ιδιότητές τους, όπως το μέγεθος και η σύνθεση, μετρώνται και αναλύονται με βάση το φωτομετρικό σήμα που παράγεται.
Η κυτταρομετρία ροής είναι χρήσιμη για τη μελέτη κυτταρικών χαρακτηριστικών, όπως η σύνθεση του DNA, η πρόσφυση αντισωμάτων στην επιφάνεια των κυττάρων, και η αναγνώριση και ταξινόμηση διαφορετικών κυτταρικών υποτύπων. Επίσης, χρησιμοποιείται σε κλινικές εφαρμογές για τον υπολογισμό αριθμού και την ανίχνευση αλλαγών στα αίματα, όπως στην περίπτωση μερικής αιματοκρίτησης και σε πολλές άλλες εφαρμογές στον τομέα της ιατρικής και της ερευνητικής βιολογίας.
Ο ανοσοφθορισμός είναι μια αναλυτική τεχνική που χρησιμοποιεί φωτονική ακτινοβολία, συνήθως φθορίστοντα χρώματα ή ουσίες, για να ανιχνεύσει και να μετρήσει την παρουσία ή την ποσότητα ενός συγκεκριμένου αντιγόνου ή αντισώματος σε ένα δείγμα. Στον τομέα της ανοσολογίας, ο ανοσοφθορισμός χρησιμοποιείται ευρέως για τον εντοπισμό και την ανάλυση αντιγόνων και αντισωμάτων.
Η διαδικασία περιλαμβάνει τη χρήση φθοριστών που συνδέονται με αντισώματα ή αντιγόνα και εκπέμπουν φως όταν εκτίθενται σε συγκεκριμένες συνθήκες φωτεινότητας. Αυτό το φως καταγράφεται και μετριέται, παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με την παρουσία και τον ποσοτικό προσδιορισμό των αντιγόνων ή αντισωμάτων στο δείγμα.
Ο ανοσοφθορισμός χρησιμοποιείται ευρέως στην ιατρική έρευνα και στην κλινική πρακτική για διάφορους σκοπούς, όπως οι εργασίες διάγνωσης, η παρακολούθηση θεραπειών, και η έρευνα στον τομέα της ανοσολογίας.
Η ανοσοαποτύπωση, γνωστή επίσης ως Immunoblot, είναι μια αναλυτική τεχνική που χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό και τον προσδιορισμό συγκεκριμένων πρωτεϊνών σε ένα δείγμα. Πρόκειται για μια μοριακή τεχνική που βασίζεται στη διαχωριστική ηλεκτροφόρηση των πρωτεϊνών, ακολουθούμενη από τη μεταφορά τους σε ένα υλικό υποστήριξης (μεμβράνη) και τον εντοπισμό τους με χρήση αντισωμάτων.
Η διαδικασία περιλαμβάνει τα εξής βήματα:
1. Διαχωριστική Ηλεκτροφόρηση (Electrophoresis): Τα πρωτεΐνικά δείγματα διαχωρίζονται βάσει του μεγέθους τους σε ένα gel με χρήση ηλεκτρικού πεδίου.
2. Μεταφορά (Transfer): Οι διαχωρισμένες πρωτεΐνες μεταφέρονται από το gel σε μια μεμβράνη, συνήθως νιτροκυτταρίνης.
3. Ανοσοαντίδραση (Immunoreaction): Η μεμβράνη εκτίθεται σε αντισώματα που αντιδρούν με συγκεκριμένες πρωτεΐνες. Τα αντισώματα αυτά συνήθως συνδέονται με έναν φωτοφορητή (συνήθως μια φωσφορούχα ουσία).
4. Ανίχνευση (Detection): Οι πρωτεΐνες που έχουν αντιδράσει εντοπίζονται με τη χρήση φωτοφορητής ή άλλης μεθόδου ανίχνευσης. Η εικόνα που προκύπτει από αυτή τη διαδικασία αποτυπώνει το προφίλ των πρωτεϊνών που περιέχονται στο αρχικό δείγμα.
Η ανοσοαποτύπωση (Immunoblot) είναι σημαντική στην ιατρική διαγνωστική, καθώς χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό αντισωμάτων, ανιχνευόμενων πρωτεϊνών και άλλων βιολογικών μορίων σε διάφορες παθολογικές συνθήκες.
Η χημειοφωταύγεια είναι μια τεχνική που χρησιμοποιείται στον τομέα της αναλυτικής βιοχημείας και της ιατρικής διάγνωσης για τον εντοπισμό και τον ποσοτικό προσδιορισμό ουσιών (όπως πρωτεΐνες, νουκλεϊκά οξέα, φάρμακα, ορμόνες) σε δείγματα.
Η διαδικασία της χημειοφωταύγειας περιλαμβάνει τα εξής βήματα:
1. Προετοιμασία του Δείγματος: Το δείγμα (π.χ., αίμα, ούρα, ιστός) προετοιμάζεται κατάλληλα, συχνά με τη χρήση χημικών ή φυσικών μεθόδων, για να εξαχθούν οι ουσίες που θέλουμε να ανιχνεύσουμε.
2. Εφαρμογή των Χημικών Ουσιών: Προστίθενται χημικές ουσίες (χημικά αντιδραστικά) που αντιδρούν με τις συγκεκριμένες ουσίες του δείγματος, παράγοντας φως.
3. Ανίχνευση του Φωτός: Το παραγόμενο φως μετριέται και καταγράφεται. Η ένταση του φωτός σχετίζεται με την ποσότητα των ουσιών που υπάρχουν στο δείγμα.
Η χημειοφωταύγεια χρησιμοποιείται σε πολλές εφαρμογές, όπως η ποσοτική ανίχνευση πρωτεϊνών σε ηλεκτροφορητικά gels, η μέτρηση επίπεδων φαρμάκων στο αίμα, η ανίχνευση ουσιών σε κλινικά δείγματα, και άλλες βιοχημικές αναλύσεις.
ELISA είναι το αρχικά των λέξεων "Enzyme-Linked Immunosorbent Assay", που στα ελληνικά μεταφράζεται ως "Ανοσοσυνθετική Δοκιμασία με Σύνδεση σε Ένζυμο". Είναι μια δοκιμασία που χρησιμοποιείται ευρέως στον τομέα της ανοσολογίας για τον εντοπισμό και τον ποσοτικό προσδιορισμό ουσιών όπως πρωτεΐνες, αντισώματα, αντιγόνα και άλλα.
Η δοκιμασία ELISA περιλαμβάνει τα εξής βασικά στάδια:
1. Επικοινωνία με το Δείγμα: Το δείγμα, που περιέχει την ουσία που επιθυμούμε να ανιχνεύσουμε, αντιδρά με ένα ειδικό αντισώμα ή αντιγόνο που έχει συνδεθεί με ένζυμο.
2. Πλύση: Αφαιρούνται τα μη αντιδρασμένα στοιχεία και το δείγμα πλένεται.
3. Προσθήκη Υποστρώματος (Substrate): Προστίθεται ένα χρωστικό υπόστρωμα, που όταν αντιδρά με το ένζυμο, παράγει ένα χρωμοφόρο προϊόν.
4. Μέτρηση: Η ένταση του χρώματος μετριέται οπτικά ή με χρήση ειδικού εξοπλισμού. Η ένταση του χρώματος σχετίζεται με την ποσότητα της ουσίας που ανιχνεύθηκε.
Η δοκιμασία ELISA χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ιατρικής, της κλινικής διάγνωσης, της ερευνητικής βιολογίας και της επιστήμης τροφίμων.
Η Φθορίζουσα Ανοσοενζυμική Μέθοδος (FEIA) είναι μια ανοσολογική τεχνική που συνδυάζει τη χρήση φθορισμού και ενζύμων για τον προσδιορισμό και τον ποσοτικό έλεγχο ουσιών σε δείγματα. Συνήθως χρησιμοποιείται στον τομέα της κλινικής διαγνωστικής και ιατρικών εξετάσεων.
Η διαδικασία FEIA περιλαμβάνει τα εξής βήματα:
1. Αντίδραση με το Δείγμα: Το δείγμα αντιδρά με μια ουσία (συνήθως αντισώμα ή αντιγόνο) που έχει συνδεθεί με έναν φωτεινό φορέα, όπως ο φθορίζων χρωστικό.
2. Πλύση: Αφαιρούνται τα μη αντιδρασμένα στοιχεία.
3. Ανάγνωση με Φθορισμό: Ο φωτεινός φορέας εκπέμπει φως υψηλής ενέργειας (φθορισμό), το οποίο μετριέται για να προσδιοριστεί η ποσότητα της ουσίας που έχει αντιδράσει με το δείγμα.
Η FEIA χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό διάφορων ουσιών σε αίμα, ούρα, ή άλλα βιολογικά υγρά. Είναι ευαίσθητη και επιτρέπει την ακριβή μέτρηση, καθιστώντας την χρήσιμη σε ποικίλες εφαρμογές, όπως ο προσδιορισμός αντισωμάτων, αλλεργιών, και άλλων βιολογικών ουσιών.
Η νεφελομετρία είναι μια τεχνική ανάλυσης που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του περιεχομένου σωματιδίων σε ένα υγρό δείγμα, όπως αίμα, ούρα ή άλλα βιολογικά υγρά. Στη νεφελομετρία, η ποσότητα του φωτός που διασπείρεται από τα σωματίδια στο υγρό δείγμα μετριέται, και αυτή η μέτρηση σχετίζεται με τη συγκέντρωση των σωματιδίων.
Η διαδικασία νεφελομετρίας περιλαμβάνει συνήθως τα εξής βήματα:
1. Διασπορά του Φωτός: Ένα δείγμα περνά από έναν δέκτη φωτός, και το φως διασπάται καθώς περνάει μέσα από τα σωματίδια στο δείγμα.
2. Διασπορά Φωτός: Οι σωματίδια που υπάρχουν στο δείγμα διασπρέουν το φως και αυτό ανιχνεύεται από έναν αισθητήρα.
3. Ανάγνωση Συγκέντρωσης: Η ποσότητα του φωτός που διασπάται σχετίζεται με τη συγκέντρωση των σωματιδίων στο δείγμα.
Η νεφελομετρία είναι χρήσιμη σε πολλούς τομείς της κλινικής διάγνωσης, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό ποικίλων ουσιών, συμπεριλαμβανομένων πρωτεϊνών, αντισωμάτων και άλλων σωματιδίων.
Οι πηξιολογικές-χρωμογονικές αναλύσεις αναφέρονται στη χρήση ειδικών τεχνικών για την εξέταση του αριθμού, της δομής, της μορφής και της συμπεριφοράς των χρωμοσωμάτων. Αυτές οι αναλύσεις είναι κυρίως γνωστές ως καρυοτυπικές αναλύσεις.
Η καρυοτυπική ανάλυση ενεργοποιείται με τη συλλογή και την κατασκευή κυττάρων που υποβάλλονται σε ειδικές συνθήκες καλλιέργειας. Ακολούθως, τα κύτταρα υπόκεινται σε επεξεργασία για τη στήριξη των χρωμοσωμάτων. Έπειτα, τα χρωμοσώματα είτε βαφούν με ειδικά χρώματα που αναδεικνύουν τις δομές τους, είτε υποβάλλονται σε ανάλυση μέσω ψηφιακών τεχνικών.
Αυτή η μέθοδος παρέχει πληροφορίες σχετικά με τυχόν ανωμαλίες στην αριθμητική διάταξη των χρωμοσωμάτων, καθώς και σχετικά με διάφορες δομικές ανωμαλίες όπως ανεύρυσμα, αντιστροφή ή διαγραφή. Η καρυοτυπική ανάλυση είναι σημαντική για τη διάγνωση γενετικών διαταραχών και άλλων συνδρόμων.
Η ανοσοθολοσιμετρία είναι μια αναλυτική μέθοδος που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της ποσότητας αντισωμάτων σε ένα δείγμα αίματος. Αυτή η τεχνική επιτρέπει τον προσδιορισμό του επιπέδου ανοσοαπόκρισης σε συγκεκριμένα αντιγόνα ή παθογόνα.
Η διαδικασία συνήθως περιλαμβάνει την ανάμιξη του δείγματος αίματος με ένα ή περισσότερα αντιγόνα ή αντισώματα που είναι γνωστά, ώστε να προκαλέσουν μια ανοσοαπόκριση. Στη συνέχεια, μετράται η αντίδραση του ανοσοσυστήματος, συνήθως με τη μέτρηση του ποσοστού ή του όγκου της αντίδρασης.
Η ανοσοθολοσιμετρία χρησιμοποιείται για πολλούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου της ανοσολογικής απόκρισης σε εμβολιασμούς, τον προσδιορισμό της παρουσίας αντισωμάτων σε ασθενείς, και τη διερεύνηση αυτοανοσίας ή αλλεργιών.
Η ανοσοχρωματογραφία είναι μια διαγνωστική τεχνική που χρησιμοποιεί την ανοσολογική αντίδραση για να ανιχνεύσει και να μετρήσει την παρουσία ή την ποσότητα ενός συγκεκριμένου αντιγόνου ή αντισώματος σε ένα δείγμα, συνήθως σε υγρό ή μικροσκοπική μορφή.
Η διαδικασία περιλαμβάνει τη χρήση ενός χαρακτηριστικού χρώματος ή χρωστικού που συνδέεται με ένα αντισώμα ή ένα αντιγόνο. Αν το εξεταζόμενο αντιγόνο ή αντίσωμα παρευρίσκεται στο δείγμα, θα συσχετίζεται με το χρώμα, παράγοντας ένα ορατό σήμα που μπορεί να μετρηθεί ή να αξιολογηθεί. Οι δοκιμές αυτές συχνά εκτελούνται σε φορητές συσκευές για γρήγορα και εύκολα αποτελέσματα.
Η ανοσοχρωματογραφία είναι δημοφιλής για τη διάγνωση ποικίλων παθολογιών, συμπεριλαμβανομένων λοιμώξεων, αλλεργιών και αυτοανοσιακών νοσημάτων.
Η συγκολλητινοαντίδραση είναι μια διαγνωστική δοκιμασία που χρησιμοποιείται για την ανίχνευση της παρουσίας συγκολλητίνης, μιας πρωτεΐνης που βρίσκεται στην κολλαγόνη. Η κολλαγόνη είναι ένας βασικός συστατικός παράγοντας των συνδετικών ιστών στον ανθρώπινο οργανισμό.
Στη συγκολλητινοαντίδραση, ο ασθενής εκτίθεται σε συγκολλητίνη και στη συνέχεια μετράται η αντίδρασή του σε αυτήν. Η δοκιμασία αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο της παρουσίας ανοσολογικής αντίδρασης κατά της συγκολλητίνης, που συχνά σχετίζεται με αυτοάνοσες ασθένειες, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα.
Η συγκολλητινοαντίδραση μπορεί να δώσει πληροφορίες για τον αυτοάνοσο χαρακτήρα ορισμένων παθήσεων, κυρίως των συστηματικών αυτοανοσιών.
Η κυκλοτερής ανοσοδιάχυση, γνωστή και ως Radial ImmunoDiffusion (RID), είναι μια δοκιμασία που χρησιμοποιείται για τον ποσοτικό προσδιορισμό των πρωτεϊνικών ουσιών σε ένα δείγμα. Συγκεκριμένα, μετρά την περιοχή του κύκλου που διαμορφώνεται όταν μια πρωτεϊνική ουσία διαδίδεται ραδιακά από ένα κεντρικό πόντο σε ένα υποκείμενο γέλη. Η μέθοδος αυτή συχνά χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό των επιπέδων αντισωμάτων ή άλλων πρωτεϊνικών ουσιών σε ένα δείγμα αίματος.
Η RID είναι μια σχετικά απλή και αξιόπιστη μέθοδος που βασίζεται στη διασπορά της πρωτεΐνης σε ένα γέλη. Η ποσότητα της πρωτεΐνης σχετίζεται αντιστρόφως με την απόσταση που διανύει στο γέλη, και μετράται από την περιοχή του κύκλου.
Η μικρολεμφοκυτταροτοξική τεχνική είναι μια δοκιμασία που χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό και τον προσδιορισμό κυττάρων που έχουν καταστραφεί από το ανοσολογικό σύστημα, συνήθως από τον ανοσοποιητικό αντίδραση κατά εξειδικευμένων κυττάρων ή ιών. Η τεχνική αυτή συνήθως περιλαμβάνει την προσθήκη μιας ουσίας που χρωματίζει τα κύτταρα που έχουν υποστεί κυτταροτοξικό αποτέλεσμα.
Η μικρολεμφοκυτταροτοξική τεχνική χρησιμοποιείται ευρέως στον τομέα της ανοσολογίας για τον εντοπισμό και την ανάλυση των ανοσοκυττάρων που είναι ενεργά κατά εξειδικευμένων κυττάρων ή ιών. Με τη χρήση αυτής της τεχνικής, μπορούν να εξεταστούν οι ανοσολογικές αντιδράσεις και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ διαφόρων κυττάρων σε εργαστηριακές συνθήκες.


Διεύθυνση
Διογένους 30, Θεσσαλονίκη
Τ.Κ54453
info@iatrikotoumpas.gr
Τηλέφωνο
231 091 5878
Hours
Δευτέρα- Παρασκευή: 8:30 – 21:00
Σάββατο: 9:00-14:00
Κυριακή: Κλειστά